Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θεσπίζω
θέσπιος
θέσπις
Θέσπις
θέσπισμα
θεσπιῳδέω
θεσπιῳδός
Θεσσαλοί
Θεσσαλονῑ́κη
θέσσασθαι
θεσφατηλόγος
θέσφατος
θετέος
θέτης
θετικός
Θέτις
θέτο
θετός
Θεττ-
Θεῦγνις
θευμόριος
View word page
θεσφατη-λόγος
θεσφατηλόγοςονadjθέσφατοςλέγω prophecy-tellingA.

ShortDef

prophetic

Debugging

Headword:
θεσφατηλόγος
Headword (normalized):
θεσφατηλόγος
Headword (normalized/stripped):
θεσφατηλογος
IDX:
19123
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19124
Key:
θεσφατηλόγος

Data

{'headword_display': '<b>θεσφατη-λόγος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>θεσφατη<hyph/>λόγος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>θέσφατος</Ref><Ref>λέγω</Ref></Ety></HG> <aS1><Tr>prophecy-telling</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'θεσφατηλόγος'}