Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θέρομαι
θέρος
θέρσεισα
θέρσος
θές
θέσις
θέσκελος
θέσμιος
Θεσμοθετεῖον
Θεσμοθετέω
Θεσμοθέτης
θεσμοποιέω
θεσμός
Θεσμοφόρια
Θεσμοφοριάζω
Θεσμοφόριον
Θεσμοφόρος
θεσμοφύλαξ
θεσπέσιος
θεσπιδαής
θεσπιέπεια
View word page
Θεσμο-θέτης
Θεσμοθέτηςουmθεσμόςτίθημι Thesmothetesone of six junior archons at Athens responsible for arranging and presiding over trials by juryAr. Att.orats. Arist. Plu.

ShortDef

a lawgiver

Debugging

Headword:
Θεσμοθέτης
Headword (normalized):
θεσμοθέτης
Headword (normalized/stripped):
θεσμοθετης
IDX:
19102
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19103
Key:
Θεσμοθέτης

Data

{'headword_display': '<b>Θεσμο-θέτης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>Θεσμο<hyph/>θέτης</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>θεσμός</Ref><Ref>τίθημι</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>Thesmothetes<Expl>one of six junior archons at Athens responsible for arranging and presiding over trials by jury</Expl></Tr><Au>Ar. Att.orats. Arist. Plu.</Au></nS1> </NE>', 'key': 'Θεσμοθέτης'}