Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θεράπνη
θεραποντίς
θεράπων
θέραψ
θέρειος
θέρευς
θερέω
θερίζω
θερινός
θερισμός
θεριστής
θερίστριον
θέρμα
θερμαίνω
θέρμανσις
θερμαντικός
θερμαντός
θερμασίᾱ
θερμάστρη
θέρμη
θερμόβουλος
View word page
θεριστής
θεριστήςοῦm reaper, harvesterusu. ref. to a hired labourerX. D. NT. Plu.

ShortDef

a reaper, harvester

Debugging

Headword:
θεριστής
Headword (normalized):
θεριστής
Headword (normalized/stripped):
θεριστης
IDX:
19074
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-19075
Key:
θεριστής

Data

{'headword_display': '<b>θεριστής</b>', 'content': '<NE><HG><HL>θεριστής</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>reaper, harvester<Expl>usu. ref. to a hired labourer</Expl></Tr><Au>X. D. NT. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'θεριστής'}