Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
θέμεν
θεμερῶπις
Θεμίγονος
θεμίζομαι
θεμίξενος
θεμίπλεκτος
θέμις
θεμισκόπος
θεμισκρέων
θεμίσσομαι
θέμιστα
θεμιστεῖος
θεμιστεύω
θεμιστοπόλος
θεμιστός
θεμιστοῦχος
θεμίστων
θεμιτεύω
θεμιτός
θεμοί
θέμος
View word page
θέμιστα
θέμιστα
ep.acc.sg.
θέμιστας
ep.acc.pl.
see
θέμις
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
θέμιστα
Headword (normalized):
θέμιστα
Headword (normalized/stripped):
θεμιστα
IDX:
18961
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18962
Key:
θέμιστα
Data
{'headword_display': '<b>θέμιστα</b>', 'content': '<XE><RefFm>θέμιστα<LblR>ep.acc.sg.</LblR></RefFm><RefFm>θέμιστας<LblR>ep.acc.pl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>θέμις</Ref></XR> </XE>', 'key': 'θέμιστα'}