Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
αὐτότοκος
αὐτοτραγικός
αὐτοτράπεζος
αὐτοτροπέω
αὑτοῦ
αὐτοῦ
αὐτουργέω
αὐτουργίᾱ
αὐτουργικός
αὐτουργός
αὑτούς
αὐτόφι(ν)
αὐτόφλοιος
αὐτοφόνος
αὐτοφόντης
αὐτόφορτος
αὐτοφυής
αὐτόφυτος
αὐτόφωρος
αὐτόχειρ
αὐτοχειρίᾱ
View word page
αὑτούς
αὑτούς
Att.3pl.masc.acc.reflexv.pron.
see
ἑαυτόν
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
αὑτούς
Headword (normalized):
αὑτούς
Headword (normalized/stripped):
αυτους
IDX:
1894
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1895
Key:
αὑτούς
Data
{'headword_display': '<b>αὑτούς</b>', 'content': '<XE><RefFm>αὑτούς<LblR>Att.3pl.masc.acc.reflexv.pron.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἑαυτόν</Ref></XR> </XE>', 'key': 'αὑτούς'}