Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θέλγητρον
θέλγω
θελεμός
θέλεος
θέλημα
θελημός
θελκτήρ
θελκτήριον
θελκτήριος
θέλκτρον
θέλκτωρ
θελξιεπής
θελξίμβροτος
θελξίφρων
θέλω
θέμεθλα
θεμείλια
θεμέλιοι
θεμελιόω
θεμελίωσις
θέμεν
View word page
θέλκτωρ
θέλκτωροροςfepith. of PeithocharmerA.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θέλκτωρ
Headword (normalized):
θέλκτωρ
Headword (normalized/stripped):
θελκτωρ
IDX:
18941
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18942
Key:
θέλκτωρ

Data

{'headword_display': '<b>θέλκτωρ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>θέλκτωρ</HL><Infl>ορος</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Indic>epith. of Peitho</Indic><Tr>charmer</Tr><Au>A.</Au></nS1></NE>', 'key': 'θέλκτωρ'}