Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θεᾱτρικός
θεᾱτροκρατίᾱ
θέᾱτρον
θεᾱτρώνης
θέειον
θεειόω
θεή
θέη
θεήιος
θεήλατος
θέημα
θεήσομαι
θεητής
θειάζω
θειασμός
Θείβᾱθε(ν)
θείην
θειλόπεδον
θείμην
θείνω
θείομεν
View word page
θέημα
θέημαIon.nseeθέᾱμα

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θέημα
Headword (normalized):
θέημα
Headword (normalized/stripped):
θεημα
IDX:
18911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18912
Key:
θέημα

Data

{'headword_display': '<b>θέημα</b>', 'content': '<XE><HG><HL>θέημα</HL><PS>Ion.n</PS></HG><XR>see<Ref>θέᾱμα</Ref></XR> </XE>', 'key': 'θέημα'}