Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

θαυμαστός
θαυματοποιίᾱ
θαυματοποιικός
θαυματοποιός
θαυματουργέω
θαυματουργίᾱ
θάψινος
θάψος
θεᾱ́
θέᾱ
θέαινα
θέᾱμα
θεᾱ́ομαι
θεᾱρίᾱ
θεᾱτής
θεᾱτός
θεᾱτρικός
θεᾱτροκρατίᾱ
θέᾱτρον
θεᾱτρώνης
θέειον
View word page
θέαινα
θέαιναηςfθεᾱ́ female deitygoddessHom. hHom. Call.

ShortDef

a goddess

Debugging

Headword:
θέαινα
Headword (normalized):
θέαινα
Headword (normalized/stripped):
θεαινα
IDX:
18895
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18896
Key:
θέαινα

Data

{'headword_display': '<b>θέαινα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>θέαινα</HL><Infl>ης</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>θεᾱ́</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>female deity</Def><Tr>goddess</Tr><Au>Hom. hHom. Call.</Au></nS1></NE>', 'key': 'θέαινα'}