Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ῑ̓σοφαρίζω
ἰσοφόρος
ἰσοχειλής
ἰσοψηφίᾱ
ἰσόψηφος
ἰσόψῡχος
ἰσόω
ἴστε
ἱστεών
ἵστημι
ἱστιάω
ἱστίη
ἱστιητόριον
ἱστιοδρομέω
ἱστίον
ἱστιορράφος
ἱστοβοεύς
ἱστοδόκη
ἴστον
ἱστοπέδη
ἱστορέω
View word page
ἱστιάω
ἱστιάωIon.contr.vbseeἑστιάω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἱστιάω
Headword (normalized):
ἱστιάω
Headword (normalized/stripped):
ιστιαω
IDX:
18666
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18667
Key:
ἱστιάω

Data

{'headword_display': '<b>ἱστιάω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἱστιάω</HL><PS>Ion.contr.vb</PS></HG><XR>see<Ref>ἑστιάω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἱστιάω'}