Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

αὐτονομέομαι
αὐτονομίᾱ
αὐτόνομος
αὐτονυχεί
αὐτόξυλος
αὐτοπάθεια
αὐτόπαις
αὐτόπετρος
αὐτοπήμων
αὐτοποιητικός
αὐτοποιός
αὐτόπολις
αὐτοπολῑ́της
αὐτόπρεμνος
αὐτόπτης
αὐτοπώλης
αὐτοπωλικός
αὐτόρριζος
αὐτόρυτος
αὐτός
αὑτός
View word page
αὐτο-ποιός
αὐτοποιόςόνadjποιέω of olive treesself-perpetuatingS.

ShortDef

self-produced

Debugging

Headword:
αὐτοποιός
Headword (normalized):
αὐτοποιός
Headword (normalized/stripped):
αυτοποιος
IDX:
1857
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1858
Key:
αὐτοποιός

Data

{'headword_display': '<b>αὐτο-ποιός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>αὐτο<hyph/>ποιός</HL><Infl>όν</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ποιέω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of olive trees</Indic><Tr>self-perpetuating</Tr><Au>S.</Au></aS1></AE>', 'key': 'αὐτοποιός'}