Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Ἱππολύτη
Ἱππόλυτος
ἱππομανής
ἱππομαχέω
ἱππομαχίᾱ
ἱππόμαχος
ἱππόμητις
ἱππόμορφος
ἱππόνῑκος
ἱππονώμᾱς
ἱπποπείρης
ἱπποπόλος
ἱππόπορνος
ἵππος
ἱπποσόᾱς
ἱππόστασις
ἱπποσύνη
ἱππότης
ἱπποτοξότης
ἱπποτροφέω
ἱπποτροφίᾱ
View word page
ἱππο-πείρης
ἱππο-πείρηςεωIon.mπεῖρα experienced horsemanAnacr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἱπποπείρης
Headword (normalized):
ἱπποπείρης
Headword (normalized/stripped):
ιπποπειρης
IDX:
18513
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18514
Key:
ἱπποπείρης

Data

{'headword_display': '<b>ἱππο-πείρης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἱππο-πείρης</HL><Infl>εω</Infl><PS>Ion.m</PS><Ety><Ref>πεῖρα</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>experienced horseman</Tr><Au>Anacr.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἱπποπείρης'}