Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἱππόδεσμα
ἱπποδέτης
ἱπποδῑ́νητος
ἱπποδιώκτᾱς
ἱπποδρομίᾱ
ἱπποδρόμιος
ἱπποδρόμος
ἱππόδρομος
ἱππόθεν
ἱπποθόρος
ἱπποκάνθαρος
ἱπποκέλευθος
ἱπποκένταυρος
ἱπποκομέω
ἱπποκόμος
ἱππόκομος
ἱπποκορυστής
ἱπποκρατέω
Ἱπποκράτης
ἱπποκρατίᾱ
ἱππόκρημνος
View word page
ἱππο-κάνθαρος
ἱππο-κάνθαροςουm giant beetleridden as a horsehorse-beetleAr.

ShortDef

a horse-beetle

Debugging

Headword:
ἱπποκάνθαρος
Headword (normalized):
ἱπποκάνθαρος
Headword (normalized/stripped):
ιπποκανθαρος
IDX:
18490
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18491
Key:
ἱπποκάνθαρος

Data

{'headword_display': '<b>ἱππο-κάνθαρος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἱππο-κάνθαρος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Def>giant beetle<Expl>ridden as a horse</Expl></Def><Tr>horse-beetle</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἱπποκάνθαρος'}