Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἱπποβάτης
ἱπποβότης
ἱππόβοτος
ἱπποβουκόλος
ἱππόδαμος
ἱπποδάσεια
ἱππόδεσμα
ἱπποδέτης
ἱπποδῑ́νητος
ἱπποδιώκτᾱς
ἱπποδρομίᾱ
ἱπποδρόμιος
ἱπποδρόμος
ἱππόδρομος
ἱππόθεν
ἱπποθόρος
ἱπποκάνθαρος
ἱπποκέλευθος
ἱπποκένταυρος
ἱπποκομέω
ἱπποκόμος
View word page
ἱπποδρομίᾱ
ἱπποδρομίᾱᾱςfἱππόδρομος horse-racechariot-racePi. Th. Ar. Pl. X.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἱπποδρομίᾱ
Headword (normalized):
ἱπποδρομίᾱ
Headword (normalized/stripped):
ιπποδρομια
IDX:
18484
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18485
Key:
ἱπποδρομίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ἱπποδρομίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἱπποδρομίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἱππόδρομος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>horse-race<or/>chariot-race</Tr><Au>Pi. Th. Ar. Pl. X.<NBPlus/></Au></nS1></NE>', 'key': 'ἱπποδρομίᾱ'}