Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
αὐτόκωλος
αὐτόκωπος
αὐτολήκυθος
αὐτόμαρτυς
αὐτοματίζω
αὐτόματος
αὐτομήτωρ
αὐτομολέω
αὐτομολίᾱ
αὐτόμολος
αὑτόν
αὐτονομέομαι
αὐτονομίᾱ
αὐτόνομος
αὐτονυχεί
αὐτόξυλος
αὐτοπάθεια
αὐτόπαις
αὐτόπετρος
αὐτοπήμων
αὐτοποιητικός
View word page
αὑτόν
αὑτόν
Att.3sg.masc.acc.reflexv.pron.
see
ἑαυτόν
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
αὑτόν
Headword (normalized):
αὑτόν
Headword (normalized/stripped):
αυτον
IDX:
1846
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1847
Key:
αὑτόν
Data
{'headword_display': '<b>αὑτόν</b>', 'content': '<XE><RefFm>αὑτόν<LblR>Att.3sg.masc.acc.reflexv.pron.</LblR></RefFm><XR>see <Ref>ἑαυτόν</Ref></XR> </XE>', 'key': 'αὑτόν'}