Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ῑ̔μάτιον
ῑ̔ματιουργικός
ῑ̔ματισμός
ῑ̔μάω
ῑ̔μείρω
ἴμεν
ῑ̔μεράμπυξ
ῑ̔μερόγυιος
ῑ̔μερόεις
ῑ̔́μερος
ῑ̔μερόφωνος
ῑ̓μέρρω
ῑ̔μερτός
ῑ̔μονιᾱ́
ῑ̔μονιοστρόφος
ἵν
ἵνα
Ῑ̓́ναχος
ἰνδάλλομαι
Ἰνδός
ῑ̓νίον
View word page
ῑ̔μερό-φωνος
ῑ̔μερόφωνος
Aeol.ῑ̓μερόφωνος
ονadjφωνή
of birds, the Graceslovely-voicedSapph. Simon. Theoc.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ῑ̔μερόφωνος
Headword (normalized):
ῑ̔μερόφωνος
Headword (normalized/stripped):
ιμεροφωνος
IDX:
18372
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18373
Key:
ῑ̔μερόφωνος

Data

{'headword_display': '<b>ῑ̔μερό-φωνος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ῑ̔μερό<hyph/>φωνος</HL><DL><Lbl>Aeol.</Lbl><FmHL>ῑ̓μερόφωνος</FmHL></DL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φωνή</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of birds, the Graces</Indic><Tr>lovely-voiced</Tr><Au>Sapph. Simon. Theoc.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ῑ̔μερόφωνος'}