Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ῑ̓́λη
ῑ̔́ληθι
ῑ̔λήκω
ῑ̔́λημι
Ῑ̓λιάδαι
Ῑ̄̓λιάς
ῑ̓λιγγιάω
Ῑ̓́λιος
Ῑ̓λιοπόρος
Ῑ̓λισσός
ἱλλάεις
ἰλλάς
ἴλλομαι
ἰλλός
Ἰλλυριοί
ἴλλω
Ἶλος
ῑ̓λυόεις
ῑ̓λῡός
ῑ̓λῡ́ς
ῑ̓λυσπάομαι
View word page
ἱλλάεις
ἱλλάειςAeol.adjseeῑ̔́λαος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἱλλάεις
Headword (normalized):
ἱλλάεις
Headword (normalized/stripped):
ιλλαεις
IDX:
18341
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18342
Key:
ἱλλάεις

Data

{'headword_display': '<b>ἱλλάεις</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἱλλάεις</HL><PS>Aeol.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ῑ̔́λαος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἱλλάεις'}