Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ῑ̓θέα
ῑ̓θέως
ἴθι
ἴθματα
ῑ̓θύ
ῑ̓θυδίκης
ῑ̓θύθριξ
ῑ̓θυμαχίη
ῑ̓θύντατα
ῑ̓θυντήρ
ῑ̓θυντήριος
ῑ̓θῡ́νω
ῑ̓θυπτῑ́ων
ῑ̓θύς
ῑ̓θῡ́ς
ῑ̓θύφαλλος
ῑ̓θύω
ἱκανός
ἱκανότης
ἱκᾱ́νω
Ῑ̓́καρος
View word page
ῑ̓θυντήριος
ῑ̓θυντήριοςᾱ ονadjof a godguiding, directingS.Ichn.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ῑ̓θυντήριος
Headword (normalized):
ῑ̓θυντήριος
Headword (normalized/stripped):
ιθυντηριος
IDX:
18275
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-18276
Key:
ῑ̓θυντήριος

Data

{'headword_display': '<b>ῑ̓θυντήριος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ῑ̓θυντήριος</HL><Infl>ᾱ ον</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of a god</Indic><Tr>guiding, directing</Tr><Au>S.<Wk>Ichn.</Wk></Au></aS1></AE>', 'key': 'ῑ̓θυντήριος'}