Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀυτμήν
αὐτοαγαθόν
αὐτοάνθρωπος
αὐτοβοεί
αὐτόβουλος
αὐτογενής
αὐτογέννητος
αὐτογνωμονέω
αὐτογνώμων
αὐτόγνωτος
αὐτογραμμή
αὐτόγραφος
αὐτόγυος
αὐτοδαής
αὐτοδάικτος
αὐτοδάξ
αὐτόδεκα
αὐτόδηλος
αὐτοδίδακτος
αὐτόδικος
αὐτόδιον
View word page
αὐτο-γραμμή
αὐτογραμμήῆςf line in its essenceas an example of a Platonic FormArist.

ShortDef

line in itself

Debugging

Headword:
αὐτογραμμή
Headword (normalized):
αὐτογραμμή
Headword (normalized/stripped):
αυτογραμμη
IDX:
1804
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1805
Key:
αὐτογραμμή

Data

{'headword_display': '<b>αὐτο-γραμμή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>αὐτο<hyph/>γραμμή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>line in its essence<Expl>as an example of a Platonic Form</Expl></Tr><Au>Arist.</Au></nS1></NE>', 'key': 'αὐτογραμμή'}