Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

γόων
γρᾴδιον
γραῖα
Γραικός
γράμμα
γραμματείᾱ
γραμματείδιον
γραμματεῖον
γραμματεύς
γραμματεύω
γραμματηφόρος
γραμματίδιον
γραμματικός
γραμματιστής
γραμματοδιδασκαλεῖον
γραμματοκῡ́φων
γραμματοφόρος
γραμματοφυλάκιον
γραμμή
γραμμικός
γρᾱοσόβης
View word page
γραμματηφόρος
γραμματηφόροςmseeγραμματοφόρος

ShortDef

a letter-carrier

Debugging

Headword:
γραμματηφόρος
Headword (normalized):
γραμματηφόρος
Headword (normalized/stripped):
γραμματηφορος
IDX:
17962
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17963
Key:
γραμματηφόρος

Data

{'headword_display': '<b>γραμματηφόρος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>γραμματηφόρος</HL><PS>m</PS></HG><XR>see<Ref>γραμματοφόρος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'γραμματηφόρος'}