Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

αὐτεπώνυμος
αὐτερέτης
ἀῡτέω
ἀῡτή
αὑτή
αὑτή
αὑτῇ
αὑτηγῑ́
αὐτήκοος
αὐτῆμαρ
αὐτημερόν
αὑτήν
αὐτῖ
αὐτίκα
αὖτις
ἀυτμή
ἀυτμήν
αὐτοαγαθόν
αὐτοάνθρωπος
αὐτοβοεί
αὐτόβουλος
View word page
αὐτημερόν
αὐτημερόνIon.advseeαὐθημερόν

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
αὐτημερόν
Headword (normalized):
αὐτημερόν
Headword (normalized/stripped):
αυτημερον
IDX:
1788
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1789
Key:
αὐτημερόν

Data

{'headword_display': '<b>αὐτημερόν</b>', 'content': '<XE> <HG><HL>αὐτημερόν</HL><PS>Ion.adv</PS></HG><XR>see<Ref>αὐθημερόν</Ref></XR> </XE>', 'key': 'αὐτημερόν'}