Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

γλήνεα
γλήνη
γληχών
γλισχραντιλογεξεπίτριπτος
γλίσχρος
γλισχρότης
γλίσχρων
γλίχομαι
γλοιός
γλοιώδης
γλουτός
γλυκαίνομαι
γλυκερός
γλυκύδωρος
γλυκυθῡμίᾱ
γλυκύθῡμος
γλυκύκαρπος
γλυκύμᾱλον
γλυκυμείλιχος
γλυκύοξυς
γλυκύπικρος
View word page
γλουτός
γλουτόςοῦmbuttockof a person or animalIl. Plu.pl. or du.Il. Hdt. X.

ShortDef

the rump

Debugging

Headword:
γλουτός
Headword (normalized):
γλουτός
Headword (normalized/stripped):
γλουτος
IDX:
17824
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17825
Key:
γλουτός

Data

{'headword_display': '<b>γλουτός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>γλουτός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS></HG><nS1><Tr>buttock<Expl>of a person or animal</Expl></Tr><Au>Il. Plu.</Au><nS2><Indic>pl. or du.</Indic><Au>Il. Hdt. X.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'γλουτός'}