Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

γηροτρόφος
γήρῡμα
Γηρυόνης
γῆρυς
γηρύω
γήρως
γήτειον
γῄτης
Γίγαντες
Γιγαντομαχίᾱ
Γιγαντοφόνος
γίγαρτον
γίγγλυμος
γίγνομαι
γιγνώσκω
γῑ́νομαι
γλαγερός
γλάγος
γλακτοφάγος
γλάμων
γλαρίς
View word page
Γιγαντο-φόνος
Γιγαντο-φόνοςονadjθείνω of a battleGiant-slayingE.

ShortDef

giant-killing

Debugging

Headword:
Γιγαντοφόνος
Headword (normalized):
γιγαντοφόνος
Headword (normalized/stripped):
γιγαντοφονος
IDX:
17789
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17790
Key:
Γιγαντοφόνος

Data

{'headword_display': '<b>Γιγαντο-φόνος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>Γιγαντο-φόνος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>θείνω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a battle</Indic><Tr>Giant-slaying</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'Γιγαντοφόνος'}