Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

γέγηθα
γέγονα
γέγωνα
γεγωνίσκω
γεγωνός
γεγώς
γέεννα
γεηρός
γείνατο
γειόθεν
γειομόρος
γεῖσα
γειτνίᾱσις
γειτνιάω
γειτονεύω
γειτονέω
γειτόνημα
γειτονίᾱ
γείτων
γέλαισα
γελᾱνής
View word page
γειομόρος
γειομόροςep.mγειοτόμοςep.adjseeγεωμόροςγᾱτόμος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γειομόρος
Headword (normalized):
γειομόρος
Headword (normalized/stripped):
γειομορος
IDX:
17611
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17612
Key:
γειομόρος

Data

{'headword_display': '<b>γειομόρος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>γειομόρος</HL><PS>ep.m</PS></HG><HG><HL>γειοτόμος</HL><PS>ep.adj</PS></HG><XR>see<Ref>γεωμόρος</Ref><Ref>γᾱτόμος </Ref></XR> </XE>', 'key': 'γειομόρος'}