Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

γαστρίδιον
γαστρίζω
γαστρίη
γαστριμαργίᾱ
γαστρίμαργος
γάστρις
γαστροειδής
γαστρός
γαστρώδης
γάστρων
γᾱτομέω
γᾱτόμος
γαυλικός
γαυλός
γαῦλος
γαυρίᾱμα
γαυριάω
γαυρόομαι
γαῦρος
γαυρότης
γαύρωμα
View word page
γᾱτομέω
γᾱτομέωdial.contr.vbγᾱτόμος of minerscleavethe groundAR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γᾱτομέω
Headword (normalized):
γᾱτομέω
Headword (normalized/stripped):
γατομεω
IDX:
17585
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17586
Key:
γᾱτομέω

Data

{'headword_display': '<b>γᾱτομέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>γᾱτομέω</HL><PS>dial.contr.vb</PS><Ety><Ref>γᾱτόμος</Ref></Ety></vHG> <vS1><Indic>of miners</Indic><Tr>cleave</Tr><Obj>the ground<Au>AR.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'γᾱτομέω'}