Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

γαργαλίζω
γαργαλισμός
γάργαλος
γᾱ́ρῡμα
Γᾱρυόνᾱς
γᾶρυς
γαστήρ
γάστρη
γαστρίδιον
γαστρίζω
γαστρίη
γαστριμαργίᾱ
γαστρίμαργος
γάστρις
γαστροειδής
γαστρός
γαστρώδης
γάστρων
γᾱτομέω
γᾱτόμος
γαυλικός
View word page
γαστρίη
γαστρίηηςIon.f stomach-acheHippon.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
γαστρίη
Headword (normalized):
γαστρίη
Headword (normalized/stripped):
γαστριη
IDX:
17577
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17578
Key:
γαστρίη

Data

{'headword_display': '<b>γαστρίη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>γαστρίη</HL><Infl>ης</Infl><PS>Ion.f</PS></HG> <nS1><Tr>stomach-ache</Tr><Au>Hippon.</Au></nS1></NE>', 'key': 'γαστρίη'}