Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἠπείλησα
ἠπειρογενής
ἠπειρόομαι
ἤπειρος
Ἤπειρος
ἠπειρώτης
ἠπειρωτικός
ἠπειρῶτις
ἥπερ
ἤπερ
ᾗπερ
ἠπεροπεύς
ἠπεροπευτής
ἠπεροπεύω
ἠπιαλέω
ἠπίαλος
ἠπιόδωρος
ἤπιος
ἠπιόφρων
ἦπου
ἠπύτης
View word page
ᾗπερ
ᾗπερrelatv.advsee underὅσπερ

ShortDef

in the same way as

Debugging

Headword:
ᾗπερ
Headword (normalized):
ᾗπερ
Headword (normalized/stripped):
ηπερ
IDX:
17308
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17309
Key:
ᾗπερ

Data

{'headword_display': '<b>ᾗπερ</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ᾗπερ</HL><PS>relatv.adv</PS></HG><XR>see under<Ref>ὅσπερ</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ᾗπερ'}