Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἡμιτῡ́βιον
ἡμίφλεκτος
ἡμίφωνος
ἡμίχουν
ἡμίχρηστος
ἡμιωβελιαῖος
ἡμιωβέλιον
ἧμμαι
ἦμος
ἠμπειχόμην
ἠμπισχόμην
ἠμπλάκημαι
ἠμύω
ἠμφεγνόησα
ἠμφεσβήτουν
ἠμφίεσα
ἥμων
ἤμων
ἥν
ἥν
ἤν
View word page
ἠμπισχόμην
ἠμπισχόμηνimpf.mid.ἤμπισχονimpf.seeἀμπίσχω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἠμπισχόμην
Headword (normalized):
ἠμπισχόμην
Headword (normalized/stripped):
ημπισχομην
IDX:
17225
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17226
Key:
ἠμπισχόμην

Data

{'headword_display': '<b>ἠμπισχόμην</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἠμπισχόμην<LblR>impf.mid.</LblR></RefFm><RefFm>ἤμπισχον<LblR>impf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀμπίσχω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἠμπισχόμην'}