Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἡμίπλεθρον
ἡμιπλήξ
ἡμιπλίνθιον
ἡμιπόδιον
ἡμιπόνηρος
ἡμίσεια
ἡμίσιος
ἡμιστάδιον
ἥμισυς
ἡμιτάλαντον
ἡμιτέλεστος
ἡμιτελής
ἡμίτομος
ἡμιτῡ́βιον
ἡμίφλεκτος
ἡμίφωνος
ἡμίχουν
ἡμίχρηστος
ἡμιωβελιαῖος
ἡμιωβέλιον
ἧμμαι
View word page
ἡμι-τέλεστος
ἡμι-τέλεστοςονadjτελέω of fortificationshalf-finishedTh.

ShortDef

half-finished

Debugging

Headword:
ἡμιτέλεστος
Headword (normalized):
ἡμιτέλεστος
Headword (normalized/stripped):
ημιτελεστος
IDX:
17212
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17213
Key:
ἡμιτέλεστος

Data

{'headword_display': '<b>ἡμι-τέλεστος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἡμι-τέλεστος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>τελέω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of fortifications</Indic><Tr>half-finished</Tr><Au>Th.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἡμιτέλεστος'}