Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἡμιόνειος
ἡμιονικός
ἡμίονος
ἡμίοπος
ἡμιπαγής
ἡμιπέλεκκον
ἡμίπεπτος
ἡμίπλεθρον
ἡμιπλήξ
ἡμιπλίνθιον
ἡμιπόδιον
ἡμιπόνηρος
ἡμίσεια
ἡμίσιος
ἡμιστάδιον
ἥμισυς
ἡμιτάλαντον
ἡμιτέλεστος
ἡμιτελής
ἡμίτομος
ἡμιτῡ́βιον
View word page
ἡμι-πόδιον
ἡμι-πόδιονουnπούς half a footas a measurePlb.

ShortDef

half-foot

Debugging

Headword:
ἡμιπόδιον
Headword (normalized):
ἡμιπόδιον
Headword (normalized/stripped):
ημιποδιον
IDX:
17205
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17206
Key:
ἡμιπόδιον

Data

{'headword_display': '<b>ἡμι-πόδιον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἡμι-πόδιον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>πούς</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>half a foot<Expl>as a measure</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἡμιπόδιον'}