Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἡμιδεής
ἡμιδιπλοίδιον
ἡμίδουλος
ἡμιέκτεων
ἡμίεκτον
ἡμίεργος
ἡμιθανής
ἡμιθέη
ἡμίθεος
ἡμιθνής
ἡμίθραυστος
ἡμικάκως
ἡμικλήριον
ἡμικοτύλιον
ἡμίκραιρα
ἡμικύκλιον
ἡμίλῑτρον
ἡμιμανής
ἡμιμέδιμνον
ἡμιμναῖον
ἡμιμόχθηρος
View word page
ἡμί-θραυστος
ἡμί-θραυστοςονadjθραύω of masonryhalf-shatteredE.

ShortDef

half-broken

Debugging

Headword:
ἡμίθραυστος
Headword (normalized):
ἡμίθραυστος
Headword (normalized/stripped):
ημιθραυστος
IDX:
17183
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17184
Key:
ἡμίθραυστος

Data

{'headword_display': '<b>ἡμί-θραυστος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἡμί-θραυστος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>θραύω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of masonry</Indic><Tr>half-shattered</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἡμίθραυστος'}