Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἡμίγυμνος
ἡμιδαής
ἡμιδακτύλιον
ἡμιδᾱρεικόν
ἡμιδεής
ἡμιδιπλοίδιον
ἡμίδουλος
ἡμιέκτεων
ἡμίεκτον
ἡμίεργος
ἡμιθανής
ἡμιθέη
ἡμίθεος
ἡμιθνής
ἡμίθραυστος
ἡμικάκως
ἡμικλήριον
ἡμικοτύλιον
ἡμίκραιρα
ἡμικύκλιον
ἡμίλῑτρον
View word page
ἡμι-θανής
ἡμι-θανήςέςadjθνῄσκω of a manhalf-deadfr. a beatingNT.

ShortDef

half-dead

Debugging

Headword:
ἡμιθανής
Headword (normalized):
ἡμιθανής
Headword (normalized/stripped):
ημιθανης
IDX:
17179
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17180
Key:
ἡμιθανής

Data

{'headword_display': '<b>ἡμι-θανής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἡμι-θανής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>θνῄσκω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a man</Indic><Tr>half-dead<Expl>fr. a beating</Expl></Tr><Au>NT.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἡμιθανής'}