Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἡμερότης
ἡμερόφαντος
ἡμεροφύλαξ
ἡμερόω
ἡμέρωσις
ἦμες
ἡμέτερος
ἡμέων
ἥμην
ἤμην
ἤμησα
ἠμί
ἡμιασσᾱ́ριον
ἡμίβρωτος
ἡμιγένειος
ἡμιγενής
ἡμίγυμνος
ἡμιδαής
ἡμιδακτύλιον
ἡμιδᾱρεικόν
ἡμιδεής
View word page
ἤμησα
ἤμησαaor.seeἀμάω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἤμησα
Headword (normalized):
ἤμησα
Headword (normalized/stripped):
ημησα
IDX:
17163
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17164
Key:
ἤμησα

Data

{'headword_display': '<b>ἤμησα</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἤμησα<LblR>aor.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀμάω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἤμησα'}