Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἡμερολεγδόν
ἡμερολογέω
ἡμερολόγιον
ἥμερος
ἡμεροσκόπος
ἡμερότης
ἡμερόφαντος
ἡμεροφύλαξ
ἡμερόω
ἡμέρωσις
ἦμες
ἡμέτερος
ἡμέων
ἥμην
ἤμην
ἤμησα
ἠμί
ἡμιασσᾱ́ριον
ἡμίβρωτος
ἡμιγένειος
ἡμιγενής
View word page
ἦμες
ἦμες
dial.1pl.impf.
see
εἰμί
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἦμες
Headword (normalized):
ἦμες
Headword (normalized/stripped):
ημες
IDX:
17158
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17159
Key:
ἦμες
Data
{'headword_display': '<b>ἦμες</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἦμες<LblR>dial.1pl.impf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>εἰμί</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἦμες'}