Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἡμερόκοιτος
ἡμερολεγδόν
ἡμερολογέω
ἡμερολόγιον
ἥμερος
ἡμεροσκόπος
ἡμερότης
ἡμερόφαντος
ἡμεροφύλαξ
ἡμερόω
ἡμέρωσις
ἦμες
ἡμέτερος
ἡμέων
ἥμην
ἤμην
ἤμησα
ἠμί
ἡμιασσᾱ́ριον
ἡμίβρωτος
ἡμιγένειος
View word page
ἡμέρωσις
ἡμέρωσιςεωςf process of civilisingpeoplePlu.

ShortDef

a taming: civilising

Debugging

Headword:
ἡμέρωσις
Headword (normalized):
ἡμέρωσις
Headword (normalized/stripped):
ημερωσις
IDX:
17157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-17158
Key:
ἡμέρωσις

Data

{'headword_display': '<b>ἡμέρωσις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἡμέρωσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>process of civilising<Expl>people</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἡμέρωσις'}