Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐφομαρτέω
ἐφοπλίζω
ἐφορᾱτικός
ἐφοράω
ἐφορείᾱ
ἐφορεῖον
ἐφορεύω
ἐφορίᾱ
ἐφορικός
ἐφόριος
ἐφορμαίνω
ἐφορμάω
ἐφορμέω
ἐφορμή
ἐφόρμησις
ἐφορμίζομαι
ἔφορμος
ἔφορμος
ἔφορος
ἐφυβρίζω
ἐφυβρίστως
View word page
ἐφ-ορμαίνω
ἐφ-ορμαίνωvb of a hawkswoop to the attackA.

ShortDef

to rush on

Debugging

Headword:
ἐφορμαίνω
Headword (normalized):
ἐφορμαίνω
Headword (normalized/stripped):
εφορμαινω
IDX:
16800
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16801
Key:
ἐφορμαίνω

Data

{'headword_display': '<b>ἐφ-ορμαίνω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐφ-ορμαίνω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of a hawk</Indic><Tr>swoop to the attack</Tr><Au>A.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐφορμαίνω'}