Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὐσπλαγχνίᾱ
εὔσπορος
ἐύσσελμος
ἐύσσωτρος
εὐστάθεια
εὐσταθέω
εὐσταθής
εὐστάλεια
εὐσταλής
ἐύστειρος
εὔστερνος
εὐστέφανος
ἐύστιπτος
εὔστολος
εὐστομέω
εὐστομίᾱ
εὔστομος
εὐστοχέω
εὐστοχίᾱ
εὔστοχος
εὕστρᾱ
View word page
εὔ-στερνος
εὔ-στερνοςονadjστέρνον fig., of crucibles within the earth, where substances are formedfull-bosomedEmp.

ShortDef

broad-chested

Debugging

Headword:
εὔστερνος
Headword (normalized):
εὔστερνος
Headword (normalized/stripped):
ευστερνος
IDX:
16520
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16521
Key:
εὔστερνος

Data

{'headword_display': '<b>εὔ-στερνος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὔ-στερνος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>στέρνον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>fig., of crucibles within the earth, where substances are formed</Indic><Tr>full-bosomed</Tr><Au>Emp.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὔστερνος'}