Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὑρησιλογέω
εὑρησιλογίᾱ
Εὐρῑπίδης
Εὔρῑπος
εὔρῑς
εὑρίσκω
εὐροέω
εὔροια
εὗρον
εὔροος
εὐρόπως
εὖρος
εὖρος
ἐυρραφής
ἐυρρεής
ἐυρρείτης
ἐύρρην
ἐύρρῑνος
ἐύρρῑς
ἐύρροος
εὐρυάγυια
View word page
εὐρόπως
εὐρόπωςadvseeεὐπόρως, underεὔπορος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
εὐρόπως
Headword (normalized):
εὐρόπως
Headword (normalized/stripped):
ευροπως
IDX:
16432
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16433
Key:
εὐρόπως

Data

{'headword_display': '<b>εὐρόπως</b>', 'content': '<XE><HG><HL>εὐρόπως</HL><PS>adv</PS></HG><XR>see<Ref>εὐπόρως</Ref>, under<Ref>εὔπορος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'εὐρόπως'}