Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὔποτος
εὔπους
εὐπρᾱγέω
εὐπρᾱγίᾱ
εὔπρᾱκτος
εὐπρᾱξίᾱ
εὐπρέπεια
εὐπρεπής
εὔπρεπτος
εὐπρηξίη
εὔπρηστος
εὐπροσηγορίᾱ
εὐπροσήγορος
εὐπρόσοδος
εὐπρόσοιστος
εὐπρόσωπος
εὐπροφάσιστος
εὔπρυμνος
εὔπρῳρος
εὔπτερος
εὔπυργος
View word page
εὔ-πρηστος
εὔ-πρηστοςονadjπρῆσαι, seeπίμπρημι of wind, fr. bellowsblowing stronglyIl.

ShortDef

well-blowing, strong-blowing

Debugging

Headword:
εὔπρηστος
Headword (normalized):
εὔπρηστος
Headword (normalized/stripped):
ευπρηστος
IDX:
16398
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16399
Key:
εὔπρηστος

Data

{'headword_display': '<b>εὔ-πρηστος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὔ-πρηστος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πρῆσαι</Ref>, see<Ref>πίμπρημι</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of wind, fr. bellows</Indic><Tr>blowing strongly</Tr><Au>Il.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὔπρηστος'}