Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὔπλεκτος
εὔπλοια
εὐπλόκαμος
εὔπλοος
ἐυπλυνής
εὔπνοος
εὐποδίᾱ
εὐποιητικός
εὐποίητος
εὔποκος
εὐπόλεμος
εὔπομπος
εὐπορέω
εὐπορίᾱ
εὐπόριστος
εὔπορος
εὐποτμέω
εὐποτμίᾱ
εὔποτμος
εὔποτος
εὔπους
View word page
εὐ-πόλεμος
εὐ-πόλεμοςονadjof a citysuccessfuleffective in warX.

ShortDef

good at war, successful in war

Debugging

Headword:
εὐπόλεμος
Headword (normalized):
εὐπόλεμος
Headword (normalized/stripped):
ευπολεμος
IDX:
16379
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16380
Key:
εὐπόλεμος

Data

{'headword_display': '<b>εὐ-πόλεμος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὐ-πόλεμος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of a city</Indic><Tr>successful<or/>effective in war</Tr><Au>X.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὐπόλεμος'}