Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὐπέδιλλος
εὐπείθεια
εὐπειθής
εὔπειστος
εὐπέμπελος
εὐπένθερος
εὔπεπλος
εὔπεπτος
εὐπερίκοπτος
εὐπερίληπτος
εὐπερίσπαστος
εὐπέταλος
εὐπέτεια
εὐπετής
εὐπηγής
εὔπηκτος
εὔπηνος
εὔπηχυς
εὐπιθής
εὐπινής
εὔπιστος
View word page
εὐ-περίσπαστος
εὐ-περίσπαστοςονadjπερισπάω of stakeseasily strippedof netsX.

ShortDef

easy to pull away

Debugging

Headword:
εὐπερίσπαστος
Headword (normalized):
εὐπερίσπαστος
Headword (normalized/stripped):
ευπερισπαστος
IDX:
16354
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16355
Key:
εὐπερίσπαστος

Data

{'headword_display': '<b>εὐ-περίσπαστος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὐ-περίσπαστος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>περισπάω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of stakes</Indic><Tr>easily stripped<Expl>of nets</Expl></Tr><Au>X.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὐπερίσπαστος'}