Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὐπαλής
εὐπαλής
εὐπᾱ́ξ
εὐπαράγωγος
εὐπαράδεκτος
εὐπαραίτητος
εὐπαρακολούθητος
εὐπαρακόμιστος
εὐπαραλόγιστος
εὐπαραμῡ́θητος
εὐπάρᾱος
εὐπαράπειστος
εὐπάρθενος
εὐπαρόξυντος
εὐπαρόρμητος
εὐπάρυφος
εὐπάτειρα
εὐπατέρεια
εὐπατρίδης
εὔπατρις
εὐπάτωρ
View word page
εὐ-πάρᾱος
εὐ-πάρᾱοςονdial.adjπαρειᾱ́ of Medusafair-cheekedPi.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
εὐπάρᾱος
Headword (normalized):
εὐπάρᾱος
Headword (normalized/stripped):
ευπαραος
IDX:
16333
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16334
Key:
εὐπάρᾱος

Data

{'headword_display': '<b>εὐ-πάρᾱος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὐ-πάρᾱος</HL><Infl>ον</Infl><PS>dial.adj</PS><Ety><Ref>παρειᾱ́</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Medusa</Indic><Tr>fair-cheeked</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὐπάρᾱος'}