Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὐμαθής
εὐμᾱ́κης
εὔμαλλος
εὐμάρεια
εὐμαρέω
εὐμαρής
εὔμᾱρις
εὐμᾱχανίᾱ
εὐμεγέθης
εὐμειδής
εὐμελής
εὐμένεια
εὐμενέτης
εὐμενέω
εὐμενής
Εὐμενίδες
εὐμενίζομαι
εὐμενικός
εὐμετάβλητος
εὐμετάβολος
εὐμετάθετος
View word page
εὐ-μελής
εὐ-μελήςέςadjμέλος of musicwith a good melodymelodiousArist.

ShortDef

musical, rhythmical

Debugging

Headword:
εὐμελής
Headword (normalized):
εὐμελής
Headword (normalized/stripped):
ευμελης
IDX:
16218
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16219
Key:
εὐμελής

Data

{'headword_display': '<b>εὐ-μελής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὐ-μελής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μέλος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of music</Indic><Def>with a good melody</Def><Tr>melodious</Tr><Au>Arist.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὐμελής'}