Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὔκᾱλος
εὐκάματος
εὐκαμπής
εὐκάρδιος
εὐκάρπεια
εὔκαρπος
εὐκαταγώνιστος
εὐκατακράτητος
εὐκατάλλακτος
εὐκατάλυτος
εὐκατανόητος
εὐκατάφορος
εὐκαταφρόνητος
εὐκατέργαστος
εὐκατηγόρητος
εὐκέατος
εὐκέλαδος
εὔκερως
εὐκηλήτειρα
εὔκηλος
εὐκῑνησίᾱ
View word page
εὐ-κατανόητος
εὐ-κατανόητοςονadjκατανοέω of an argumenteasy to understandPlb.

ShortDef

easy to observe

Debugging

Headword:
εὐκατανόητος
Headword (normalized):
εὐκατανόητος
Headword (normalized/stripped):
ευκατανοητος
IDX:
16132
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16133
Key:
εὐκατανόητος

Data

{'headword_display': '<b>εὐ-κατανόητος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὐ-κατανόητος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κατανοέω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of an argument</Indic><Tr>easy to understand</Tr><Au>Plb.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὐκατανόητος'}