Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὐθυφερής
εὐθύφρων
εὐθυωρίᾱ
εὐθύωρον
εὐιάζω
εὐίᾱτος
εὐίερος
Εὔιος
εὔιππος
εὐιώτης
εὐκαθαίρετος
εὐκάθεκτος
εὐκαιρέω
εὐκαιρίᾱ
εὔκαιρος
εὔκᾱλος
εὐκάματος
εὐκαμπής
εὐκάρδιος
εὐκάρπεια
εὔκαρπος
View word page
εὐ-καθαίρετος
εὐ-καθαίρετοςονadjκαθαιρετός of an enemyeasy to overcomeTh.

ShortDef

easy to conquer

Debugging

Headword:
εὐκαθαίρετος
Headword (normalized):
εὐκαθαίρετος
Headword (normalized/stripped):
ευκαθαιρετος
IDX:
16117
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16118
Key:
εὐκαθαίρετος

Data

{'headword_display': '<b>εὐ-καθαίρετος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὐ-καθαίρετος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>καθαιρετός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of an enemy</Indic><Tr>easy to overcome</Tr><Au>Th.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὐκαθαίρετος'}