Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὔθρονος
εὔθροος
εὔθρυπτος
εὐθύ
εὐθυβολίᾱ
εὐθύγλωσσος
εὐθύγραμμος
εὐθυδίκαιος
εὐθυδικίᾱ
εὐθύδικος
εὐθυδρομέω
εὐθυθάνατος
εὐθυμάχᾱς
εὐθυμαχίᾱ
εὐθῡμέω
εὐθῡμίᾱ
εὔθῡμος
εὔθῡνα
εὔθῡνος
εὐθυντήρ
εὐθυντήριος
View word page
εὐθυδρομέω
εὐθυδρομέωcontr.vbδρόμος of sailorsrun a straight courseNT.

ShortDef

run a straight course

Debugging

Headword:
εὐθυδρομέω
Headword (normalized):
εὐθυδρομέω
Headword (normalized/stripped):
ευθυδρομεω
IDX:
16082
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-16083
Key:
εὐθυδρομέω

Data

{'headword_display': '<b>εὐθυδρομέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>εὐθυδρομέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>δρόμος</Ref></Ety></vHG> <vS1><Indic>of sailors</Indic><Tr>run a straight course</Tr><Au>NT.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'εὐθυδρομέω'}