Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὐδρακής
εὐδρομέω
εὔδροσος
εὕδω
εὐέανος
εὐεγχής
εὔεδρος
εὐέθειρα
εὐειδής
εὐείμων
εὔειρος
εὐέκτης
εὐεκτικός
εὐέλεγκτος
εὔελπις
εὐελπιστίᾱ
εὐέμβολος
εὐεξάλειπτος
εὐεξαπάτητος
εὐεξέλεγκτος
εὐεξίᾱ
View word page
εὔειρος
εὔειροςIon.adjseeεὔερος

ShortDef

with good wool, fleecy

Debugging

Headword:
εὔειρος
Headword (normalized):
εὔειρος
Headword (normalized/stripped):
ευειρος
IDX:
15974
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15975
Key:
εὔειρος

Data

{'headword_display': '<b>εὔειρος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>εὔειρος</HL><PS>Ion.adj</PS></HG><XR>see<Ref>εὔερος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'εὔειρος'}