Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὔγομφος
εὐγονίᾱ
εὔγυιος
εὐγωνίᾱ
εὐγώνιος
εὐδαίδαλος
εὐδαιμονέω
εὐδαιμονίᾱ
εὐδαιμονίζω
εὐδαιμονικός
εὐδαιμονισμός
εὐδαίμων
εὐδάκρῡτος
εὐδάπανος
εὐδείελος
εὔδειπνος
εὔδενδρος
εὐδερκής
εὔδηλος
εὐδήμων
εὐδίᾱ
View word page
εὐδαιμονισμός
εὐδαιμονισμόςοῦmεὐδαιμονίζω congratulationof a personArist. Plu.

ShortDef

thinking

Debugging

Headword:
εὐδαιμονισμός
Headword (normalized):
εὐδαιμονισμός
Headword (normalized/stripped):
ευδαιμονισμος
IDX:
15923
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15924
Key:
εὐδαιμονισμός

Data

{'headword_display': '<b>εὐδαιμονισμός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>εὐδαιμονισμός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>εὐδαιμονίζω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>congratulation<Expl>of a person</Expl></Tr><Au>Arist. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'εὐδαιμονισμός'}