Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὐβάστακτος
εὔβατος
εὐβοήθητος
Εὔβοια
εὔβοτος
εὔβοτρυς
εὐβουλίᾱ
εὔβουλος
εὔβους
εὐγᾱθής
εὐγᾱ́θητος
εὖγε
εὔγειος
εὐγένεια
εὐγένειος
εὐγενέτᾱς
εὐγενής
εὐγενίᾱ
εὐγεφῡ́ρωτος
εὔγεως
εὐγηρίᾱ
View word page
εὐ-γᾱ́θητος
εὐ-γᾱ́θητοςονdial.adjof a sacrificejoyfulE.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
εὐγᾱ́θητος
Headword (normalized):
εὐγᾱ́θητος
Headword (normalized/stripped):
ευγαθητος
IDX:
15891
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15892
Key:
εὐγᾱ́θητος

Data

{'headword_display': '<b>εὐ-γᾱ́θητος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὐ-γᾱ́θητος</HL><Infl>ον</Infl><PS>dial.adj</PS></HG><aS1><Indic>of a sacrifice</Indic><Tr>joyful</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὐγᾱ́θητος'}