Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὔανδρος
εὐᾱ́νεμος
εὐάνθεμος
εὐανθής
εὐᾱνορίᾱ
εὐαντάω
εὐαντής
εὐᾱ́νωρ
εὐαπάλλακτος
εὐαπάτητος
εὐαπήγητος
εὐαπόβατος
εὐαπολόγητος
εὐαποτείχιστος
εὐαρεστοτέρως
εὐαρίθμητος
εὔαρκτος
εὐάρματος
εὐαρμοστίᾱ
εὐάρμοστος
εὐάροτος
View word page
εὐ-απήγητος
εὐ-απήγητοςονIon.adjἀφηγέομαι in neg.phr., of a way of doing sthg.easily describedHdt.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
εὐαπήγητος
Headword (normalized):
εὐαπήγητος
Headword (normalized/stripped):
ευαπηγητος
IDX:
15866
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15867
Key:
εὐαπήγητος

Data

{'headword_display': '<b>εὐ-απήγητος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὐ-απήγητος</HL><Infl>ον</Infl><PS>Ion.adj</PS><Ety><Ref>ἀφηγέομαι</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>in neg.phr., of a way of doing sthg.</Indic><Tr>easily described</Tr><Au>Hdt.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὐαπήγητος'}