Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὐανδρέω
εὐανδρίᾱ
εὔανδρος
εὐᾱ́νεμος
εὐάνθεμος
εὐανθής
εὐᾱνορίᾱ
εὐαντάω
εὐαντής
εὐᾱ́νωρ
εὐαπάλλακτος
εὐαπάτητος
εὐαπήγητος
εὐαπόβατος
εὐαπολόγητος
εὐαποτείχιστος
εὐαρεστοτέρως
εὐαρίθμητος
εὔαρκτος
εὐάρματος
εὐαρμοστίᾱ
View word page
εὐ-απάλλακτος
εὐ-απάλλακτοςονadjἀπαλλάσσω of a horseeasily got rid ofby saleX.

ShortDef

easy to part with

Debugging

Headword:
εὐαπάλλακτος
Headword (normalized):
εὐαπάλλακτος
Headword (normalized/stripped):
ευαπαλλακτος
IDX:
15864
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15865
Key:
εὐαπάλλακτος

Data

{'headword_display': '<b>εὐ-απάλλακτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὐ-απάλλακτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἀπαλλάσσω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a horse</Indic><Tr>easily got rid of<Expl>by sale</Expl></Tr><Au>X.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὐαπάλλακτος'}